CRP: Τι είναι και πότε αυξάνει
Τι είναι η CRP ή C-αντιδρώσα πρωτεΐνη;
Η CRP (C-reactive protein ή C-αντιδρώσα πρωτεΐνη) είναι ένας μη ειδικός δείκτης οξείας φλεγμονής, δηλαδή αυξάνει γρήγορα όταν αναπτυχθεί φλεγμονή σε οποιοδήποτε σημείο του σώματός μας.
Η CRP, ως πρωτεΐνη που είναι, συντίθεται στο συκώτι όταν παραχθούν ουσίες (πχ ιντερλευκίνη 6 και άλλες κυτταροκίνες) από τα μακροφάγα και τα λιποκύτταρα, ως απάντηση σε διάφορες φλεγμονές από βακτήρια, ιούς, μύκητες, ρευματικά νοσήματα ή άλλου είδους φλεγμονές. Η CRP κατόπιν συνδέεται με την φωσφοχολίνη στην επιφάνεια των νεκρών κυττάρων που καταστρέφονται κατά την διάρκεια της φλεγμονής και με τον τρόπο αυτό ενεργοποιείται το σύστημα συμπληρώματος, δηλαδή η φυσική άμυνα του οργανισμού.
Ποιες είναι οι φυσιολογικές τιμές της CRP;
Δεν υπάρχουν ευρέως καθορισμένες φυσιολογικές τιμές της CRP και κάθε εργαστήριο δίνει τις δικές του τιμές αναφοράς, ανάλογα με την μέθοδο προσδιορισμού που χρησιμοποιεί (ELISA, ταχεία ανοσοδιάχυση, οπτική συγκόλληση, ή μέτρηση hs-CRP με χρήση νεφελομέτρου).
Μην κάνετε σύγκριση των τιμών μεταξύ των αποτελεσμάτων διαφορετικών εργαστηρίων. Επιλέξτε το ίδιο εργαστήριο για την παρακολούθηση της πορείας της CRP.
Εντούτοις, ως γενικός κανόνας, ισχύει η ακόλουθη ταξινόμηση ανάλογα με τα επίπεδα της CRP:
- CRP μεταξύ 3 mg/L και 10 mg/L: ήπια αύξηση που οφείλεται σε χρόνια πάθηση όπως διαβήτης, υπέρταση, αλλά και κακός τρόπος ζωής (κάπνισμα, καθιστική ζωή)
- CRP μεταξύ 10 mg/L και 100 mg/L: μέτρια αύξηση που οφείλεται σε σημαντική φλεγμονή από λοιμογόνο και μη λοιμογόνο παράγοντα
- CRP πάνω από 100 mg/L: σοβαρή αύξηση που οφείλεται κατά κανόνα σε σοβαρή βακτηριακή λοίμωξη
Σε ό,τι αφορά τα επίπεδα της hs-CRP, ο κίνδυνος ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου αυξάνει αντίστοιχα:
- hs-CRP μικρότερη από 1 mg/L: χαμηλός κίνδυνος
- hs-CRP μεταξύ 1 mg/L και 3 mg/L: μέτριος κίνδυνος
- hs-CRP πάνω από 3 mg/L: υψηλός κίνδυνος
Σε πόση ώρα αυξάνει η CRP και πότε πέφτει;
Η CRP θεωρείται πρωτεΐνη οξείας φάσης, δηλαδή αυξάνει γρήγορα εντός 2 ωρών από την προσβολή και φτάνει στο μέγιστο επίπεδο εντός 48 ωρών. Μετά τις πρώτες 48 ώρες, η CRP αρχίζει να πέφτει, έχοντας χρόνο ημίσειας ζωής 18 ώρες.
Σε ποιες παθήσεις αυξάνει η CRP;
Η CRP αυξάνει σε οποιαδήποτε κατάσταση υπάρχει νέκρωση κυττάρων, είτε λόγω προσβολής από παθογόνο μικροοργανισμό, είτε λόγω τραύματος, είτε λόγω καρκίνου, είτε λόγω αυτοάνοσων παθήσεων. Συνεπώς η CRP δεν είναι ένας ειδικός δείκτης που θέτει την διάγνωση κάποιας συγκεκριμένης νόσου και θα πρέπει να γίνει διερεύνηση από τον ιατρό πού οφείλεται η αύξηση της CRP.
Σε περιπτώσεις αυτοάνοσων νοσημάτων όπου η καταστροφή των κυττάρων είναι παρατεταμένη (πχ φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου: νόσος του Crohn ή ελκώδης κολίτιδα), η CRP δεν ομαλοποιείται παρά μόνο αν η νόσος τεθεί υπό έλεγχο με την θεραπεία.
Οι ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια ενδεχομένως να έχουν αυξημένα επίπεδα CRP χωρίς αυτό να είναι κλινικά σημαντικό ώστε να χρειασθεί να γίνει περαιτέρω διερεύνηση.
Οι ασθενείς με αυξημένα επίπεδα της CRP έχουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν από σακχαρώδη διαβήτη, αρτηριακή υπέρταση και καρδιαγγειακή νόσο.
Μπορεί να υπάρχει φλεγμονή και η CRP να είναι χαμηλή;
Η CRP συντίθεται στο συκώτι, οπότε σε περίπτωση ηπατικής ανεπάρκειας παράγεται μειωμένη ποσότητα CRP. Επίσης, σε ιογενείς λοιμώξεις παράγεται ιντερφερόνη Α η οποία αναστέλλει την παραγωγή της CRP στο συκώτι.
Υψηλή ΤΚΕ, Αύξηση-ΤΚΕ, Διερεύνηση ΤΚΕ
Υψηλή ΤΚΕ, Αύξηση-ΤΚΕ, Διερεύνηση ΤΚΕ
Βλέπε επίσης το υποκεφάλαιο Πυρετός στο κεφάλαιο των νοσημάτων του αναπνευστικού.
Ορισμός
Μη ειδική παράμετρος φλεγμονής, που αποτελεί κριτήριο εκτίμησης της ταχύτητας καθίζησης, η οποία έχει μετρηθεί μετά από 1 ώρα.
Συνήθως ισχύουν οι ακόλουθες φυσιολογικές τιμές:
Παιδιά: 0 – 2 έτη: 0 – 6 mm
Παιδιά: 2 – 16 έτη: 0 – 10 mm
Γυναίκες κάτω των 50 ετών: 0 – 15 mm
Γυναίκες πάνω των 50 ετών: 0 – 35 mm
Άντρες κάτω των 50 ετών: 0 – 15 mm
Άντρες πάνω των 50 ετών: 0 – 25 mm.
Η ανεύρεση υψηλής ΤΚΕ δε σημαίνει απαραίτητα νόσο. Συνυπολογίστε πάντα την ΤΚΕ σε σχέση με την κλινική εικόνα.
Αιτίες
Αυξημένη συγκόλληση ερυθροκυττάρων.
Πρόκειται για κατάσταση, που θεωρείται φυσιολογική στη διάρκεια της κύησης και κατά τη χρήση αντισυλληπτικών δισκίων.
Επιπλέον η ΤΚΕ αυξάνεται λόγω ηλικίας, σε αναιμία και σε σοβαρή παχυσαρκία.
Αυξημένη ΤΚΕ μπορεί να εκδηλωθεί και στις ακόλουθες καταστάσεις:
Αναιμία.
Μία έντονη αναιμία μπορεί από μόνη της να προκαλέσει τριψήφια αύξηση της ΤΚΕ. Ζητήστε ηλεκτροφόρηση-ορού, αν υπάρχει φλεγμονή.
Λοίμωξη:
Πυελονεφρίτιδα, πνευμονία, εκκολπωματίτιδα, οδοντική λοίμωξη, ερυσίπελας, λοίμωξη έλκους, ενδοκαρδίτιδα, σήψη, σηπτική αρθρίτιδα, απόστημα (σκωληκοειδίτιδα κ.ά.), σαλπιγγίτιδα, συρίγγιο, φυματίωση, οστεομυελίτιδα.
Φλεγμονή:
Θυρεοειδίτιδα, ρευματική πολυμυαλγία/κροταφική αρθρίτιδα (ΤΚΕ>50, ηλικία>50 έτη) κ.ά. αρτηρίτιδες. Οζώδης πολυαρτηρίτιδα, ρευματοειδής αρθρίτιδα, ρευματική βαλβιδοπάθεια, σπονδυλαρθρίτιδα, νόσος Crohn/ελκώδης κολίτιδα, μυοσίτιδα, σαρκοείδωση, αντιδραστική αρθρίτιδα μετά από λοίμωξη με σαλμονέλα, υερσίνια, σιγκέλα, καμπυλοβακτηρίδιο κ.ά.
Επίσης ως αντίδραση σε σχέση με ψωρίαση, σαρκοείδωση κ.ά. νοσήματα, ηπατίτιδα, χρόνια νεφρική νόσος.
Κακοήθεια:
Νεφρικός καρκίνος (συχνά τριψήφια ΤΚΕ), μυέλωμα, καρκίνος πνευμόνων, -ήπατος, -παγκρέατος και –κόλου. Νόσος Hodgkin και άλλα κακοήθη λεμφώματα, λευχαιμία.
Προσέξτε το ότι η ΤΚΕ στα κακοήθη νοσήματα μπορεί κάλλιστα να είναι φυσιολογική!
ΤΚΕ πάνω από 100 mm διαπιστώνεται σε συνδυασμό με οστεομυελίτιδα, νεφρικό καρκίνο, ενδοκαρδίτιδα, κροταφική αρτηρίτιδα, ρευματική πολυμυαλγία, πολλαπλό μυέλωμα, άλλες λοιμώξεις σοβαρού βαθμού.
Διαφορική διάγνωση
Ασαφή όρια ΤΚΕ συνηγορούν για δικτυοερυθροκυττάρωση ή ανισοκυττάρωση.
Πρωτεῒνη οξείας φάσης CRP (C-αντιδρώσα πρωτεῒνη).
Σε οξείες λοιμώξεις η CRP αυξάνεται ταχύτερα από την ΤΚΕ. Κατά τη θεραπεία μίας λοίμωξης η CRP μειώνεται γρήγορα, ενώ η τιμή της ΤΚΕ μπορεί να διατηρείται αυξημένη για διάρκεια εβδομάδων μέχρι μηνών.
Μικρο-αντίδραση καθίζησης: ΤΚΕ από τριχοειδικό δείγμα. Κυρίως λαμβάνεται από μικρά παιδιά. Φυσιολογική τιμή για παιδιά κάτω του 1 έτους: 1 – 6 mm, για παιδιά 1 – 2 ετών: 1 – 9 mm.
Διερεύνηση
Δεν υπάρχει διαθέσιμη καθορισμένη μέθοδος διερεύνησης σε αυξημένη ΤΚΕ, αν αυτή δε συνοδεύεται από ιστορικό, αντικειμενική εξέταση και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων.
Θυμηθείτε να ξανακάνετε έλεγχο της ΤΚΕ μετά από 4 – 5 εβδομάδες. Η ηλεκτροφόρηση συμπεριλαμβάνεται στη διερεύνηση της ΤΚΕ.
Δεν υπάρχει διαθέσιμη επιστημονική τεκμηρίωση, η οποία να δικαιολογεί τον έλεγχο ΤΚΕ σε συνδυασμό με προσυμπτωματικό έλεγχο ασυμπτωματικών ατόμων.
Ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ): Πότε ανεβαίνει
Τι είναι η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ);
Η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ ή erythrocyte sedimentation rate ή ESR) είναι μια μη ειδική εξέταση αίματος που, όταν αυξάνει, δείχνει ότι υπάρχει οξεία ή χρόνια φλεγμονή, λοίμωξη ή καρκίνος σε κάποιο σημείο του σώματός μας, αλλά δεν μας λέει σε ποιο σημείο ακριβώς. Με άλλα λόγια, η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (TKE) δεν αποδεικνύει την ύπαρξη μιας συγκεκριμένης νόσου, αλλά μας λέει ότι κάπου υπάρχει πρόβλημα.
Η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (TKE) αυξάνει σε μια ευρεία γκάμα νόσων από μια οξεία ουρολοίμωξη ή οξεία λοίμωξη αναπνευστικού, έως μια χρόνια λοίμωξη (φυματίωση), ρευματοειδή αρθρίτιδα ή καρκίνο. Επίσης, η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της σοβαρότητας της νόσου και για την παρακολούθηση της ανταπόκρισης της νόσου στη χορηγούμενη θεραπεία. Στην περίπτωση φλεγμονής παρατηρείται αύξηση και στα λευκά αιμοσφαίρια.
Τριψήφια ταχύτητα καθίζησης ερυθρών (πάνω από 100 mm / 1η ώρα) συνήθως σημαίνει καρκίνο ή ρευματολογικό νόσημα, χωρίς όμως να σημαίνει ότι αν η ΤΚΕ δεν είναι τριψήφια αποκλείεται ο καρκίνος ή ρευματολογικό νόσημα.
Ασβέστιο (Ca)
Το ασβέστιο (Ca) βρίσκεται στο αίμα σε δύο μορφές. Περίπου το 50% βρίσκεται σε ελεύθερη μορφή και το άλλο 50% είναι συνδεδεμένο με πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως με την αλβουμίνη. Το ασβέστιο που κυκλοφορεί σε ελεύθερη μορφή είναι το βιολογικά δραστικό. Οι λειτουργίες του περιλαμβάνουν τη σύσπαση των μυών, τη λειτουργία της καρδιάς, τη διαβίβαση των νευρικών σημάτων και την πήξη του αίματος. Το ποσό του ασβεστίου στο αίμα είναι ελάχιστο σε σχέση με το 98% έως 99% που βρίσκεται αποθηκευμένο στα δόντια και τα οστά. Η αποθήκευση του ασβεστίου στα οστά παρέχει μια εξαιρετική δεξαμενή η οποία είναι άμεσα διαθέσιμη για την απελευθέρωση του στην κυκλοφορία του αίματος, διατηρώντας φυσιολογικό το επίπεδο του ασβεστίου στο αίμα. Υπάρχει μια αντίστροφη σχέση μεταξύ ασβεστίου και φωσφόρου: όταν η συγκέντρωση του ασβεστίου στον ορό αυξάνεται, η συγκέντρωση του φωσφόρου μειώνεται.