Αρνητική βιοψία προστάτη και αυξανόμενο PSA: Τι πρέπει να κάνω;
Αγωνία και προβληματισμό προκαλεί στους άνδρες η αρνητική βιοψία για καρκίνο του προστάτη (PCa) που όμως συνοδεύεται από αυξανόμενες τιμές του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA), δεδομένου ότι τα αρνητικά αποτελέσματα δεν αποκλείουν μια διάγνωση καρκίνου σε επόμενη βιοψία. Παλαιότερα για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων απαιτούνταν η διενέργεια επαναληπτικής βιοψίας, αλλά σήμερα υπάρχουν νέες, πρωτοποριακές εξετάσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν και να βοηθήσουν στην καλύτερη εκτίμηση του ασθενή.
«Κάθε χρόνο, εκατομμύρια άνδρες σ’ όλον τον κόσμο υποβάλλονται σε βιοψία προστάτη με αρνητικό αποτέλεσμα, ωστόσο περίπου το 25% αυτών πάσχει από καρκίνο του προστάτη. Η συνήθης πρακτική για την φροντίδα ανδρών με αρνητική βιοψία και με αυξανόμενο PSA, δηλαδή η επανάληψη της βιοψίας, ενέχει κινδύνους ασήμαντων ή σοβαρών κλινικών επιπλοκών, λοιμώξεων και νοσηλειών, και επιπλέον θέτει τον ασθενή σε κίνδυνο ανάπτυξης αντοχής στα φάρμακα. Επίσης, όπως συμβαίνει και στις αρχικές βιοψίες, τα μικρά δείγματα ιστού αφενός δεν επιτρέπουν τη διάγνωση μη ανιχνεύσιμων καρκίνων, αφετέρου υποβάλλονται στην ταλαιπωρία της επαναληπτικής βιοψίας άνθρωποι που δεν έχουν καρκίνο. Το σφάλμα της δειγματοληψίας είναι ένα καλά τεκμηριωμένο ζήτημα, με τα ψευδώς αρνητικά ποσοστά των βιοψιών προστάτη να φτάνουν στο 25% έως 35%», μας εξηγεί ο χειρουργός ουρολόγος-ανδρολόγος Δρ. Μάρκος Καραβιτάκης. «Τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη της ιατρικής έχει προσφέρει νέα διαγνωστικά εργαλεία, που προς το παρόν λειτουργούν συμπληρωματικά των κλασικών εξετάσεων και στοχεύουν στην βελτίωση της ανίχνευσης του καρκίνου του προστάτη και την αποφυγή των περιττών επαναληπτικών βιοψιών, περιορίζοντας έτσι τους κινδύνους που απορρέουν απ’ αυτές», προσθέτει.
Ειδικότερα, το PSA είναι το κύριο εργαλείο για την ανίχνευση του PCa. Ωστόσο, έχει περιορισμένη ακρίβεια και ευαισθησία στον προσδιορισμό της παρουσίας καρκίνου. Επίσης, η χρησιμότητα του ως διαγνωστικού βιοδείκτη περιορίζεται από το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με καρκίνο του προστάτη δεν έχει θανατηφόρο νόσημα, οδηγώντας έτσι σε υπερβολική θεραπεία της ασθένειας. Μια μόνο αύξηση του PSA δεν θα πρέπει να προκαλεί αμέσως βιοψία αλλά οι τιμές του πρέπει να επαληθεύονται με τη διενέργεια αιματολογικών εξετάσεων μετά από λίγες εβδομάδες στο ίδιο εργαστήριο. Το επίπεδό του, σε συνδυασμό με την ύποπτη δακτυλική εξέταση, την εκτεταμένη υψηλού βαθμού προστατική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία και τα θετικά ευρήματα πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας (mpMRI) αποτελούν ενδείξεις για παραπομπή του ασθενή σε επαναληπτική βιοψία προστάτη. Η ηλικία, οι συννοσηρότητες, η επιθυμία του ασθενή και οι θεραπευτικές συνέπειες αποτελούν επίσης παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη. Ο συνυπολογισμός όλων αυτών, κατόπιν της διαστρωμάτωσης του κινδύνου του ασθενή, αποτελούν τις παραμέτρους που πρέπει να συνεκτιμήσει ο ουρολόγος προκειμένου να παραπέμψει ή όχι τον ασθενή σε αρχική (και επαναληπτική) βιοψία.
Το PSA είναι ένας χρήσιμος, αν και όχι τόσο ειδικός, βιοδείκτης για την ανίχνευση του καρκίνου του προστάτη. Πέραν αυτής της εξέτασης, στα παραδοσιακά εργαλεία διαβάθμισης του κινδύνου για τη διενέργεια επαναληπτικής βιοψίας, περιλαμβάνεται ο έλεγχος ορισμένων άλλων βιοδεικτών, όπως το PSAV, το PSAD και το fPSA. Η εξέτασή τους για τον εντοπισμό και την πρόγνωση του καρκίνου του προστάτη έχει φέρει επανάσταση στη διαχείριση της νόσου. Άλλο ένα καινοτόμο διαγνωστικό εργαλείο είναι η εξέταση SelectMDx. Πρόκειται για μια μη επεμβατική μέθοδο εξέτασης ούρων, η οποία βασίζεται στον εντοπισμό δύο βιοδεικτών, τα επίπεδα των οποίων είναι οκτώ φορές υψηλότερα στους ασθενείς με καρκίνο του προστάτη απ’ ό,τι στα υγιή άτομα.
Επίσης, οι δείκτες PCA3 και 4Kscore είναι διαθέσιμες εξετάσεις δεύτερης γραμμής για τη διάκριση μεταξύ κακοήθων και καλοήθων καταστάσεων του προστάτη, όπως και το γονιδιακό τεστ ConfirmMDx. Και το τεστ αυτό διενεργείται σε άνδρες με αρνητική αρχική βιοψία προστάτη, για τους οποίους εξακολουθεί να υπάρχει υποψία καρκίνου.
Η απεικόνιση είναι άλλη μια επιλογή που βοηθά στην ανίχνευση κλινικά σημαντικών περιπτώσεων καρκίνου και συμβάλει στην απόφαση για διενέργεια επαναληπτικής βιοψίας. Η πολυπαραμετρική μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση της βλάβης και στη συνέχεια για βιοψία ή θεραπεία. Είναι μια εξέταση που έχει αποδειχθεί αξιόπιστη στην ανίχνευση σημαντικών περιπτώσεων καρκίνου σε άνδρες με προηγούμενες αρνητικές βιοψίες.
«Μετά από ένα καλοήθες αποτέλεσμα βιοψίας συστήνεται ο έλεγχος των βιοδεικτών, ενώ η απόφαση για επανάληψη της βιοψίας του προστάτη βασίζεται στον εκτιμώμενο κίνδυνο. Τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία δεν επαρκούν για τον προσδιορισμό του καλύτερου βιοδείκτη, αν και πολλά ενισχύουν την αξία των PHI, 4Kscore και PCA3. Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί στην επικύρωση των ήδη υπαρχόντων βιοδεικτών και στην ανακάλυψη νέων για την ταυτοποίηση των ατόμων με επιθετικό καρκίνο του προστάτη. Ας ελπίσουμε ότι μη επεμβατικές εξετάσεις θα μπορέσουν να βοηθήσουν στη μείωση της εξάρτησής μας από την ανάγκη επαναληπτικών βιοψιών και στην παροχή περισσότερης εξατομικευμένης φροντίδας των ανθρώπων με καρκίνο του προστάτη στο μέλλον», καταλήγει ο Δρ. Μάρκος Καραβιτάκης.
Αγωνία και προβληματισμό προκαλεί στους άνδρες η αρνητική βιοψία για καρκίνο του προστάτη (PCa) που όμως συνοδεύεται από αυξανόμενες τιμές του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA), δεδομένου ότι τα αρνητικά αποτελέσματα δεν αποκλείουν μια διάγνωση καρκίνου σε επόμενη βιοψία. Παλαιότερα για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων απαιτούνταν η διενέργεια επαναληπτικής βιοψίας, αλλά σήμερα υπάρχουν νέες, πρωτοποριακές εξετάσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν και να βοηθήσουν στην καλύτερη εκτίμηση του ασθενή.
«Κάθε χρόνο, εκατομμύρια άνδρες σ’ όλον τον κόσμο υποβάλλονται σε βιοψία προστάτη με αρνητικό αποτέλεσμα, ωστόσο περίπου το 25% αυτών πάσχει από καρκίνο του προστάτη. Η συνήθης πρακτική για την φροντίδα ανδρών με αρνητική βιοψία και με αυξανόμενο PSA, δηλαδή η επανάληψη της βιοψίας, ενέχει κινδύνους ασήμαντων ή σοβαρών κλινικών επιπλοκών, λοιμώξεων και νοσηλειών, και επιπλέον θέτει τον ασθενή σε κίνδυνο ανάπτυξης αντοχής στα φάρμακα. Επίσης, όπως συμβαίνει και στις αρχικές βιοψίες, τα μικρά δείγματα ιστού αφενός δεν επιτρέπουν τη διάγνωση μη ανιχνεύσιμων καρκίνων, αφετέρου υποβάλλονται στην ταλαιπωρία της επαναληπτικής βιοψίας άνθρωποι που δεν έχουν καρκίνο. Το σφάλμα της δειγματοληψίας είναι ένα καλά τεκμηριωμένο ζήτημα, με τα ψευδώς αρνητικά ποσοστά των βιοψιών προστάτη να φτάνουν στο 25% έως 35%», μας εξηγεί ο χειρουργός ουρολόγος-ανδρολόγος Δρ. Μάρκος Καραβιτάκης. «Τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη της ιατρικής έχει προσφέρει νέα διαγνωστικά εργαλεία, που προς το παρόν λειτουργούν συμπληρωματικά των κλασικών εξετάσεων και στοχεύουν στην βελτίωση της ανίχνευσης του καρκίνου του προστάτη και την αποφυγή των περιττών επαναληπτικών βιοψιών, περιορίζοντας έτσι τους κινδύνους που απορρέουν απ’ αυτές», προσθέτει.
Ειδικότερα, το PSA είναι το κύριο εργαλείο για την ανίχνευση του PCa. Ωστόσο, έχει περιορισμένη ακρίβεια και ευαισθησία στον προσδιορισμό της παρουσίας καρκίνου. Επίσης, η χρησιμότητα του ως διαγνωστικού βιοδείκτη περιορίζεται από το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με καρκίνο του προστάτη δεν έχει θανατηφόρο νόσημα, οδηγώντας έτσι σε υπερβολική θεραπεία της ασθένειας. Μια μόνο αύξηση του PSA δεν θα πρέπει να προκαλεί αμέσως βιοψία αλλά οι τιμές του πρέπει να επαληθεύονται με τη διενέργεια αιματολογικών εξετάσεων μετά από λίγες εβδομάδες στο ίδιο εργαστήριο. Το επίπεδό του, σε συνδυασμό με την ύποπτη δακτυλική εξέταση, την εκτεταμένη υψηλού βαθμού προστατική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία και τα θετικά ευρήματα πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας (mpMRI) αποτελούν ενδείξεις για παραπομπή του ασθενή σε επαναληπτική βιοψία προστάτη. Η ηλικία, οι συννοσηρότητες, η επιθυμία του ασθενή και οι θεραπευτικές συνέπειες αποτελούν επίσης παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη. Ο συνυπολογισμός όλων αυτών, κατόπιν της διαστρωμάτωσης του κινδύνου του ασθενή, αποτελούν τις παραμέτρους που πρέπει να συνεκτιμήσει ο ουρολόγος προκειμένου να παραπέμψει ή όχι τον ασθενή σε αρχική (και επαναληπτική) βιοψία.
Το PSA είναι ένας χρήσιμος, αν και όχι τόσο ειδικός, βιοδείκτης για την ανίχνευση του καρκίνου του προστάτη. Πέραν αυτής της εξέτασης, στα παραδοσιακά εργαλεία διαβάθμισης του κινδύνου για τη διενέργεια επαναληπτικής βιοψίας, περιλαμβάνεται ο έλεγχος ορισμένων άλλων βιοδεικτών, όπως το PSAV, το PSAD και το fPSA. Η εξέτασή τους για τον εντοπισμό και την πρόγνωση του καρκίνου του προστάτη έχει φέρει επανάσταση στη διαχείριση της νόσου. Άλλο ένα καινοτόμο διαγνωστικό εργαλείο είναι η εξέταση SelectMDx. Πρόκειται για μια μη επεμβατική μέθοδο εξέτασης ούρων, η οποία βασίζεται στον εντοπισμό δύο βιοδεικτών, τα επίπεδα των οποίων είναι οκτώ φορές υψηλότερα στους ασθενείς με καρκίνο του προστάτη απ’ ό,τι στα υγιή άτομα.
Επίσης, οι δείκτες PCA3 και 4Kscore είναι διαθέσιμες εξετάσεις δεύτερης γραμμής για τη διάκριση μεταξύ κακοήθων και καλοήθων καταστάσεων του προστάτη, όπως και το γονιδιακό τεστ ConfirmMDx. Και το τεστ αυτό διενεργείται σε άνδρες με αρνητική αρχική βιοψία προστάτη, για τους οποίους εξακολουθεί να υπάρχει υποψία καρκίνου.
Η απεικόνιση είναι άλλη μια επιλογή που βοηθά στην ανίχνευση κλινικά σημαντικών περιπτώσεων καρκίνου και συμβάλει στην απόφαση για διενέργεια επαναληπτικής βιοψίας. Η πολυπαραμετρική μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση της βλάβης και στη συνέχεια για βιοψία ή θεραπεία. Είναι μια εξέταση που έχει αποδειχθεί αξιόπιστη στην ανίχνευση σημαντικών περιπτώσεων καρκίνου σε άνδρες με προηγούμενες αρνητικές βιοψίες.
«Μετά από ένα καλοήθες αποτέλεσμα βιοψίας συστήνεται ο έλεγχος των βιοδεικτών, ενώ η απόφαση για επανάληψη της βιοψίας του προστάτη βασίζεται στον εκτιμώμενο κίνδυνο. Τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία δεν επαρκούν για τον προσδιορισμό του καλύτερου βιοδείκτη, αν και πολλά ενισχύουν την αξία των PHI, 4Kscore και PCA3. Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί στην επικύρωση των ήδη υπαρχόντων βιοδεικτών και στην ανακάλυψη νέων για την ταυτοποίηση των ατόμων με επιθετικό καρκίνο του προστάτη. Ας ελπίσουμε ότι μη επεμβατικές εξετάσεις θα μπορέσουν να βοηθήσουν στη μείωση της εξάρτησής μας από την ανάγκη επαναληπτικών βιοψιών και στην παροχή περισσότερης εξατομικευμένης φροντίδας των ανθρώπων με καρκίνο του προστάτη στο μέλλον», καταλήγει ο Δρ. Μάρκος Καραβιτάκης.